the city talks back

Urok Shirhan

A Loud Voice Never Dies

A Loud Voice Never Dies

A Loud Voice Never Dies is an essay originally commissioned by Beirut-based online publication The Derivative, based on the work Lovesong Revolution.

A broadcast of the Greek translation is followed by a selection of recent (political) rap and hip hop from Palestine and Lebanon played by Urok Shirhan. 

Text: Urok Shirhan
Voice: Fani Kostourou
Translation: Geli Mademli
Sound Editing: Urok Shirhan

Μια δυνατή φωνή δεν πεθαίνει: Τραγούδια πέρα από τον χρόνο και τον τόπο

Urok Shirhan

[μετάφραση: Γκέλυ Μαδεμλή]

 

هاي السنة سنة، مو مثل كل سنة

عزيز علي ––

Hay el sana sana, mu mithil kul sana––

Aziz Ali

 

Αυτή η χρονιά είναι μια χρονιά που δεν μοιάζει με καμία άλλη. Οι παραπάνω λέξεις θα μπορούσαν να αναφέρονται στο παράξενο έτος 2020, μόνο που γράφτηκαν πριν από εξήντα χρόνια. Ο Ιρακινός τραγουδιστής και  αφηγητής μονολόγων Αζίζ Αλί ηχογράφησε τo Hay Elsana Sana (Αυτή η χρονιά είναι μια χρονιά) στις αρχές του 1958.[1] Αυτός ο μονόλογος, μια μορφή μουσικής σάτιρας, έκανε πρεμιέρα στον σταθμό «Ράδιο Βαγδάτη» αρκετούς μήνες πριν από την Επανάσταση της 14ης Ιουλίου εκείνου του έτους. Οι στίχοι του εκφράζουν ελπίδα, αλλά και  απελπισία, μέσα από μια ευχή να είναι «αυτή η χρονιά» διαφορετική από όσες προηγήθηκαν, ώστε οι μελλοντικές γενιές να ζήσουν «χωρίς διαφθορά και  διεφθαρμένους», και  να είναι «αυτή η χρονιά» που ίσως «θα τραγουδήσουμε τα καλύτερα τραγούδια μας».[2] Με επικεφαλής τον εθνικιστή στρατηγό Αμπντ αλ-Καρίμ Κασίμ, η Επανάσταση καθαίρεσε επιτυχώς τη Χασεμιτική μοναρχία στο Ιράκ και  έφερε τη δημοκρατία στη χώρα. Ο Αμπντ αλ-Καρίμ Κασίμ έγινε πρωθυπουργός του Ιράκ.

Στη διάρκεια της καριέρας του Αζίζ Αλί, ιδιαίτερα στις δεκαετίες του ’30 και  του ’40, οι Αρχές τον φυλάκιζαν τακτικά για τους πύρινους μονολόγους του. Ασκούσε ανοιχτά κριτική στους Βρετανούς αποικιοκράτες και  τους Άραβες υποστηρικτές τους, ενώ έγινε δημοφιλής χάρη στον κομψό, σατιρικό και  γεμάτο λεπτή ειρωνεία σχολιασμό του για την άρχουσα τάξη και  την ανεξέλεγκτη διαφθορά και λογοκρισία στην κοινωνία, στην τέχνη και  στον πολιτισμό.[4]

Το Ιρακινό Κόμμα των Μπααθιστών ενορχήστρωσε το πρώτο του στρατιωτικό πραξικόπημα τον Φεβρουάριο του 1963, ξεκινώντας από την εκτέλεση του πρωθυπουργού Αμπντ αλ-Καρίμ Κασίμ. Αν και  το κόμμα δεν παρέμεινε στην εξουσία παρά μόνο για εννιά μήνες, τα γεγονότα και  τα επακόλουθα του πραξικοπήματος του ’63 ήταν τόσο αιματηρά και  βίαια, που οδήγησαν στη δολοφονία χιλιάδων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και  εκατοντάδων διανοούμενων. Εκείνη την εποχή, το Ιρακινό Κομουνιστικό Κόμμα ήταν το μοναδικό στον πολιτικό στίβο της χώρας που ασχολούνταν με την ελευθερία και  την προστασία της τέχνης και  του πολιτισμού. Οι Μπααθιστές ταύτιζαν τους καλλιτέχνες και  τους διανοουμένους με τους κομουνιστές, και  κατά συνέπεια τους εκτελούσαν κατά το δοκούν.[5]

Μετά την απομάκρυνσή τους από την εξουσία, τον Νοέμβριο του 1963, και  ύστερα από κάποια χρόνια σχετικής ηρεμίας και  αποκατάστασης της πολιτικής και  πολιτιστικής ελευθερίας στο Ιράκ, οι Μπααθιστές κατέλαβαν ξανά την εξουσία διά της βίας –μέσω ενός δεύτερου πραξικοπήματος, στις 17 Ιουλίου 1968– και  αυτή τη φορά ήρθαν για να μείνουν. Στην προσπάθειά τους να αμβλύνουν τις μελανές εντυπώσεις που άφησαν το ’63 και  να σκιαγραφήσουν ένα δημοκρατικό προφίλ, οι Μπααθιστές ακολούθησαν μια πιο «ήπια» προσέγγιση στη νέα περίοδο της ηγεμονίας τους. Στην πράξη, για μερικούς μήνες υιοθέτησαν τις πρακτικές της δωροδοκίας και  του εκβιασμού, προτού καταφύγουν ξανά στις γνωστές τους συνήθειες, δηλαδή τις απαγωγές, τα βασανιστήρια και  τις εκτελέσεις.[6]

Ενώ οι Μπααθιστές εξάντλησαν τα περιθώρια που τους έδινε η εξουσία ώστε να κάνουν τους αντιπάλους τους να «εξαφανιστούν» με κάθε δυνατό τρόπο, αυτό δεν μείωσε την παράνοια και  τον φόβο του κομουνισμού, που παρέμειναν αισθητοί σε ολόκληρη την επικράτεια. Όπως ήταν αναμενόμενο, για άλλη μια φορά απαγόρευσαν την αναμετάδοση των προκλητικών μονολόγων του Αζίζ Αλί. Εκτός από την απαγόρευση πολιτικοποιημένων τραγουδιών, κειμένων και  έργων τέχνης που ασκούσαν ανοιχτά κριτική στην κυβέρνηση, οι Μπααθιστές έφτασαν στο σημείο να λογοκρίνουν κάθε μουσική και  καλλιτεχνική παραγωγή που δεν εξυπηρετούσε τις πολιτικές τους σκοπιμότητες. Σε αυτές τις παραγωγές συμπεριλαμβανόταν ένα δημοφιλές τραγούδι της τραγουδίστριας Μαέντα Ναζχάτ, που κυκλοφόρησε γύρω στο 1961 και  του οποίου ο τίτλος, Το κορίτσι με το κόκκινο φόρεμα, συνιστούσε από μόνος του αιτία απαγόρευσης.[7]

Άφησε το πατρικό της
Πηγαίνει στο σπίτι του γείτονά της
Με προσπέρασε δίχως να χαιρετήσει
Ίσως η ομορφούλα να μου έχει θυμώσει

––Talaa Min Beit Abuha, Nazem Alghazali [8]
Βαγδάτη, 1959

 

Η χρονιά είναι το 1974 και  το τραγούδι έχει τίτλο E Depois do Adeus (Και  μετά τον αποχαιρετισμό) και  ερμηνευτή τον Πάουλο ντε Καρβάλιο.[9] Πρόκειται για την επίσημη συμμετοχή της Πορτογαλίας στον ετήσιο Ευρωπαϊκό Διαγωνισμό Τραγουδιού, ο οποίος διεξήχθη στο Μπράιτον της Αγγλίας στις 6 Απριλίου εκείνης της χρονιάς. Οι στίχοι είναι γραμμένοι από την οπτική ενός ανθρώπου με ραγισμένη καρδιά, ο οποίος αναλογίζεται την ίδια τη φύση του έρωτα: «Η θάλασσα δεν μου φέρνει τη φωνή σου. Μέσα στη σιωπή, αγάπη μου, μέσα στη θλίψη». Στη συγκεκριμένη διοργάνωση αυτού του διαγωνισμού ξεκίνησε η θεαματική καριέρα της σουηδικής ποπ μπάντας των ΑΒΒΑ, με το τραγούδι τους Waterloo να κερδίζει την πρώτη θέση. Η Πορτογαλία ήρθε τελευταία. Αλλά το τραγούδι δεν είχε πει ακόμα την τελευταία του λέξη, καθώς το E Depois do Adeus βρήκε απήχηση κάπου αλλού.

Δύο και  κάτι εβδομάδες αργότερα, η ερωτική μπαλάντα μεταδόθηκε από το πορτογαλικό ραδιόφωνο σαν ένα συνωμοτικό μήνυμα, σηματοδοτώντας την έναρξη ενός στρατιωτικού κινήματος που θα ανέτρεπε τη δεξιά κυβέρνηση του Μαρσέλο Καετάνο. Το πραξικόπημα υποκινήθηκε από το Κίνημα των Ενόπλων Δυνάμεων (Movimento das Forças Armadas [MFA]) της χώρας, μια οργάνωση που αποτελούνταν από αριστερών φρονημάτων αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων της Πορτογαλίας[10]. Η προσυμφωνημένη μετάδοση του τραγουδιού E Depois do Adeus ειδοποιούσε ουσιαστικά τους αρχηγούς των ανταρτών και  τους στρατιώτες να θέσουν σε εφαρμογή το στρατιωτικό κίνημα. Το δεύτερο σήμα ακολούθησε μετά από λίγες ώρες, όταν στο ραδιόφωνο ακούστηκε το Grândola Vila Morena του Ζέκα Αφόνσο[11], ενός επιδραστικού, πολιτικοποιημένου φολκ μουσικού, του οποίου τα τραγούδια είχαν απαγορευτεί από το ραδιόφωνο κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Ο ρόλος αυτού του δεύτερου μηνύματος ήταν να διαβεβαιώσει ότι η επιχείρηση προχωρούσε βάσει του σχεδίου.

Η εξέγερση, που έγινε γνωστή ως «Επανάσταση των Γαριφάλων», κατάφερε τη μετάβαση της Πορτογαλίας στη δημοκρατία, ενώ την ίδια κιόλας χρονιά οδήγησε στην απελευθέρωση των αποικιών της στην Αγκόλα, στη Γουινέα-Μπισάου, στο Πράσινο Ακρωτήριο, στο Σάο Τομέ ε Πρίνσιπε και  στη Μοζαμβίκη.[12] Πιθανότατα, αυτή ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που μια επανάσταση πυροδοτήθηκε από ένα ερωτικό τραγούδι.

 

 Άφησε το πατρικό της,
Πηγαίνει στην πορεία
Έφυγε, θέλει ελευθερία,
Έφυγε για ν’ ανατρέψει το καθεστώς.

–– Taala Min Beit Abuha, Φεμινιστική πορεία [13]
Βηρυτός, 2019

 

Η χρονιά είναι το 2019. Μια Δευτέρα απόγευμα. Τέσσερις μέρες μετά το ξέσπασμα της επανάστασης της 17ης Οκτωβρίου στη Βηρυτό, επτά μέρες μετά την επανάσταση στο Σαντιάγο της Χιλής και  τέσσερις μέρες πριν από την έναρξη της εξέγερσης στη Βαγδάτη. Περπατώ ανάμεσα σε εκατοντάδες, μπορεί και  χιλιάδες διαδηλωτές – νεαρούς στην πλειοψηφία τους. Βαδίζουμε αργά από την Πλατεία των Μαρτύρων προς την Πλατεία Ριάντ Ελ Σολ. Όλοι τραγουδούν όσο πιο δυνατά μπορούν, με όσο αέρα έχουν στα πνευμόνια τους. Στα περισσότερα τραγούδια κάποιος αναλαμβάνει την πρώτη φωνή, η οποία ενισχύεται από ένα μεγάφωνο που λειτουργεί με ρεύμα και  συνδέεται με ηχεία, τα οποία με τη σειρά τους είναι τοποθετημένα πάνω σε ένα αμάξι που κινείται παράλληλα. Τα πλήθη επαναλαμβάνουν τα τραγούδια. Η πορεία και  το κινητό ηχοσύστημα σταματούν μόλις φτάνουν στον προορισμό τους, στο κέντρο της πλατείας, περιτριγυρισμένοι από πλήθη ανθρώπων που εκτείνονταν πέρα από το βλέμμα μου. Το άτομο που κρατά το μικρόφωνο λέει μια φράση στα αραβικά, μια φράση που ακόμα και  σήμερα, έναν χρόνο αργότερα, με κάνει να σταματώ για να σκεφτώ:

«Μια δυνατή φωνή δεν πεθαίνει».

Το πλήθος επαναλαμβάνει τη φράση. Ο ομιλητής μουρμουρίζει στο μικρόφωνο και  παροτρύνει το πλήθος: «Δεν σας ακούω!» Στη συνέχεια επαναλαμβάνει, αυτή τη φορά ουρλιάζοντας: «Μια δυνατή φωνή δεν πεθαίνει!» – και  αυτό φέρνει αποτέλεσμα: το πλήθος ακούγεται πιο δυνατά. Ευχαριστημένος με τα επίπεδα έντασης, ο ομιλητής συνεχίζει με τον στίχο «Και  η Επανάσταση βρίσκεται στην κεντρική Βηρυτό!», που στα αραβικά κάνει ρίμα. Όλοι ανταποκρινόμαστε. Οι φωνές μας δυναμώνουν κι άλλο. Γεμάτη έκπληξη και  ενθουσιασμό, τσεκάρω για να βεβαιωθώ ότι κατέγραψα τα πάντα στο κινητό μου.

 

 

Η χρονιά είναι το 2011. Σεπτέμβρης στο πάρκο Ζουκότι της Νέας Υόρκης. Μια φωνή ακούγεται δυνατά. Κάθε πρόταση επαναλαμβάνεται εν χορώ από μια πρώτη ομάδα ανθρώπων, που είναι πιο κοντά, ενώ ακολουθεί μια άλλη ομάδα ανθρώπων, που βρίσκεται πιο μακριά.

Μικρόφωνο, τσεκ!
(Μικρόφωνο, τσεκ!)

Ενισχύουμε τις φωνές όλων μας!
(Ενισχύουμε τις φωνές όλων μας!!)

Ό,τι κι αν λέμε!
(Ό,τι κι αν λέμε! Ό,τι κι αν λέμε!

Για να μπορούμε ν’ ακούμε ο ένας τον άλλο!
(Για να μπορούμε ν’ ακούμε ο ένας τον άλλο! Για να μπορούμε να ακούμε ο ένας τον άλλο!)

Κι ακόμα!
(Κι ακόμα! Κι ακόμα!)

Χρησιμοποιούμε αυτό το ανθρώπινο μικρόφωνο,
(Χρησιμοποιούμε αυτό το ανθρώπινο μικρόφωνο, χρησιμοποιούμε αυτό το ανθρώπινο μικρόφωνο)

Γιατί η αστυνομία δεν θα μας αφήσει,
(Γιατί η αστυνομία δεν θα μας επιτρέψει, γιατί η αστυνομία δεν θα μας επιτρέψει)

Να χρησιμοποιήσουμε κανένα όργανο!
(Να χρησιμοποιήσουμε κανένα όργανο! Να χρησιμοποιήσουμε κανένα όργανο!)

Το κίνημα Occupy Movement εισήγαγε τη χρήση του «Ανθρώπινου Μικροφώνου» –γνωστού και  ως People’sMic– προτείνοντας ένα πρακτικό εργαλείο για την ενίσχυση της ανθρώπινης ομιλίας κατά τη διάρκεια των καθημερινών συνεδριάσεων της Γενικής Συνέλευσης, καθώς οι διαδηλωτές δεν είχαν άδεια να χρησιμοποιούν ηλεκτρική ενίσχυση του ήχου υπό μορφή μικροφώνων και  ηχείων.

Το Ανθρώπινο Μικρόφωνο είναι μια μορφή ενίσχυσης του ήχου, που εξυπηρετεί πολλά περισσότερα πράγματα από την αύξηση της έντασης για να κάνει αντιληπτή μια ομιλία. Για να λειτουργήσει αυτός ο μηχανισμός, οι λέξεις πρέπει να μεταδοθούν από όλους τους παρευρισκομένους, ακόμη και  αν κάποιοι έχουν αντίθετη άποψη για το περιεχόμενο. Δεν πρόκειται απλώς για ένα εύχρηστο εργαλείο ενίσχυσης του ήχου με αναλογικά μέσα, αλλά είναι επίσης και  ένα όργανο για την άσκηση μιας ριζοσπαστικής μορφής ενσυναίσθησης, μέσα από τη σωματοποίηση, την αντήχηση και  τη δυνατή εκφορά λέξεων που δεν είναι δικές μας. Όσο για τον εκάστοτε ομιλητή ή ομιλήτρια, ακούνε τα ίδια τους τα λόγια να αντηχούν μέσα από μια πληθώρα φωνών.

 

Η χρονιά είναι το 2020. Στην Ολλανδία, όπου έχω τη βάση μου, οι τρέχουσες οδηγίες της Εθνικής Υγειονομικής Υπηρεσίας προβλέπουν την απαγόρευση της συλλογικής φωνητικής έκφρασης και  του τραγουδιού. Ακόμα και  στο πλαίσιο των μέτρων κοινωνικής απόστασης, επιτρέπεται μονάχα το ομαδικό ψιθύρισμα κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας ή ενός αγώνα ποδοσφαίρου. Αλλά δεν μπορεί κανείς να τραγουδήσει.[14]

Δεδομένης της ζοφερής προοπτικής των ψιθυριστών τραγουδιών ή ζητωκραυγών ενός κατ’ ουσία βωβού ακροατηρίου, αναρωτιέμαι αν έχει νόημα για μια ομάδα ανθρώπων να συγκεντρωθούν διά ζώσης, αν τα μέλη της δεν μπορούν να ακούσουν ή να ακουστούν. Θα μπορούσε αυτή η «ακύρωση θορύβων» να νικήσει μια συλλογική παρουσία;

Κατά πάσα πιθανότητα, το Ανθρώπινο Μικρόφωνο θα απαγορευόταν σύμφωνα με τα τρέχοντα υγειονομικά μέτρα. Δεν μας επιτρέπεται να ενισχύουμε ο ένας τη φωνή του άλλου, καθώς κάτι τέτοιο απαιτεί ένταση και  τη φυσική παρουσία σωμάτων για να λειτουργήσει. Το Ανθρώπινο Μικρόφωνο παρέχει επίσης ανωνυμία, θολώνοντας τα όρια της εξατομικευμένης φωνής: δεν μπορείς να ξεχωρίσεις μια συγκεκριμένη φωνή μέσα στο σύνολο. Αντίθετα, οι σημερινοί περιορισμοί σε ό,τι αφορά την ένταση αποσκοπούν στην απομόνωση των φωνών, διατηρώντας τες ξεχωριστές, μοναδικές και  απομακρυσμένες μεταξύ τους.

Στις πάλαι ποτέ πολυσύχναστες και  θορυβώδεις πόλεις μας, η συλλογική σιωπή αποτελούσε συχνά μια μορφή διαμαρτυρίας. Οι σιωπηρές πορείες, οι καθιστικές διαμαρτυρίες ή οι στιγμές πένθους συνιστούσαν έκφραση εναντίωσης. Όταν η ένταση είναι η «νόρμα», η σιωπή ανάγεται σε ένα ισχυρό εργαλείο. Αλλά τι συμβαίνει όταν η σιωπή είναι καθεστώς; Πώς ακούγεται μια συλλογική φωνή;

 

Ο Γκεβάρα είναι νεκρός,
Ο Γκεβάρα είναι νεκρός,
Τα τελευταία νέα στο ραδιόφωνο,
Στις εκκλησίες,
Στα τζαμιά,
Στα σοκάκια,
Στους δρόμους,
Στα καφέ και  στα μπαρ,
Ο Γκεβάρα είναι νεκρός.

 

Η χρονιά είναι το 1967 και  ο Τσε Γκεβάρα είναι νεκρός. Το ποίημα Ο Γκεβάρα είναι νεκρός γράφτηκε από τον αείμνηστο Αιγύπτιο λαϊκό ποιητή Αχμέντ Φουάντ Νεγκμ και  έγινε τραγούδι από τον συνθέτη Σεΐκ Ιμάμ.[15] Παραμένει ένα δυνατό και  μάλλον δραματικό παράδειγμα συμμαχίας του Παγκόσμιου Νότου που ενεργοποιήθηκε μέσα από στίχους και  τραγούδι. Όταν το ακούς, νιώθεις το βάρος της είδησης για τη δολοφονία του εμβληματικού επαναστάτη, σαν να συνέβη χθες. Το τραγούδι αποδίδει με ιδιαίτερη δύναμη το μέγεθος της καταστροφής και  την ανυπολόγιστη απώλεια.

Το Σαντιάγο, σε σύνθεση και  ερμηνεία του Ιρακινού τραγουδιστή Τζααφάρ Χασάν, είναι άλλη μια κραυγή πένθους. Στον απόηχο μιας σειράς φασιστικών δολοφονιών που έγιναν το 1973, με θύματα, μεταξύ άλλων, τον δάσκαλο και  τραγουδιστή Βίκτορ Χάρα, καθώς και  τον πεζογράφο και  ποιητή Πάμπλο Νερούδα, όπως και  αμέτρητους άλλους διανοούμενους, οι Ιρακινοί κομουνιστές διοργάνωσαν αρκετές πολιτικές δράσεις και  πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως και  διαμαρτυρίες αλληλεγγύης προς τους Χιλιανούς συντρόφους τους. Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα ήταν η Εβδομάδα Αλληλεγγύης της Βαγδάτης στη Χιλή, η οποία πραγματοποιήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου 1973 στην Ένωση Καλλιτεχνών στη Βαγδάτη. Η δράση κράτησε μια εβδομάδα και  περιλάμβανε εκθέσεις τέχνης, θεατρικές παραστάσεις, απαγγελίες ποίησης και  συναυλίες.[16]

Ο κουρδικής καταγωγής Ιρακινός τραγουδιστής, συνθέτης και  ενορχηστρωτής Τζααφάρ Χασάν ήταν πολιτικά στρατευμένος καλλιτέχνης και  μέλος του Ιρακινού Κομουνιστικού Κόμματος από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Μαζί με την αδερφή του, την Ελχάμ Χασάν, και  τον ηθοποιό Καουκάμπ Χαμζά, σχημάτισαν ένα συγκρότημα με το όνομα Al Ruwwad. Κατά τη διάρκεια της Εβδομάδας Αλληλεγγύης τραγούδησαν το Σαντιάγο, το Η Χιλή διασχίζει σαν άστρο τους ουρανούς μας και  τον διεθνιστικό ύμνο Μη ζητάτε τη διεύθυνσή μου:

Μη ζητάτε τη διεύθυνσή μου
Διεύθυνσή μου είναι ο κόσμος όλος
Μη με ρωτήσετε ποτέ των ποτών
Το σπίτι μου είναι παντού.
Όχι, σας λέω, μη με ρωτάτε!
Ο πατέρας μου στη Μόσχα είναι χωρικός
Ο αδερφός μου είναι εργάτης
Ο σύντροφός μου πέθανε στο Σικάγο
Ένας καθηγητής που σταμάτησε να διδάσκει

Οι στίχοι αναφέρονται επίσης σε συντρόφους στην Παλαιστίνη, στο Βιετνάμ, στο Παρίσι, στην Αγκόλα, στον Λίβανο, στην Ινδοκίνα και  αλλού. Ο εμψυχωτικός αυτός ύμνος έγινε φοβερά δημοφιλής στη συναυλία, όταν χιλιάδες άνθρωποι «τραγουδούσαν το ρεφρέν με στεντόρεια φωνή» – τόσο έντονα που μόλις τελείωσε το τραγούδι το κοινό συνέχισε να τραγουδά, «επαναλαμβάνοντας σχεδόν ολόκληρο το τραγούδι».  Σε αντίθεση με αυτή την εορταστική ατμόσφαιρα, αλλά με εξίσου μεγάλη απήχηση, ακούστηκε το Σαντιάγο, που θρηνούσε την τραγωδία της Αριστεράς στη Χιλή.

Η Εβδομάδα Αλληλεγγύης της Βαγδάτης στη Χιλή δημιούργησε μεγάλη αναταραχή, μια που ήταν μία από τις πρώτες δημόσιες κομουνιστικές πολιτιστικές δράσεις τέτοιας κλίμακας στο Ιράκ, μετά τις πολιτικές και  κοινωνικές ήττες της δεκαετίας του ‘60. Τα γεγονότα της Εβδομάδας είχαν τέτοια απήχηση στη Βαγδάτη, που οι Αρχές και  οι μηχανισμοί ασφαλείας των Μπααθιστών άδραξαν την ευκαιρία για να επιβάλουν «ένα σύνολο μέτρων εναντίον των συμμετεχόντων καλλιτεχνών, ώστε να μην επαναληφθεί το μεγάλο συναισθηματικό και  ιδεολογικό αποτύπωμα της εκδήλωσης».[17]

Έως τότε, ο Τζααφάρ Χασάν εργαζόταν ως δάσκαλος και  συντονιστής των μουσικών δραστηριοτήτων του σχολείου. Όπως ήταν αναμενόμενο, απολύθηκε αμέσως μετά τη συμμετοχή του στην Εβδομάδα Αλληλεγγύης. Τα επόμενα χρόνια εργάστηκε ως συντάκτης στην εφημερίδα Ταρίκ Αλ-Σάαμπ, όργανο του Ιρακινού Κομουνιστικού Κόμματος. Μεταξύ 1974 και  1978, φυλακίστηκε πολλές φορές από τους Μπααθιστές, συνήθως μετά τις συναυλίες του ή όταν τα τραγούδια του έγιναν πιο δημοφιλή στο κοινό. Το 1978, καθώς η πολιτική κατάσταση κλιμακώθηκε, το καθεστώς τον υποχρέωσε σε εξορία, οπότε εγκαταστάθηκε στο νεοσύστατο σοσιαλιστικό κράτος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Υεμένης, ή αλλιώς τη Νότια Υεμένη. Εκεί ίδρυσε ένα νέο συγκρότημα με το όνομα Asheed (επίσημο όνομα: Asheed MusicEnsemble for Political Song), το επίσημο μουσικό σχήμα της Δημοκρατικής Σοσιαλιστικής Νεολαίας της Υεμένης. Ο Χασάν παρέμεινε στην Υεμένη για δεκαετίες, προτού επιστρέψει τελικά στο Ιράκ στα μέσα της δεκαετίας του 2000.

 

 

Η χρονιά είναι το 2017 και  είμαστε στις αρχές του καλοκαιριού. Ο φίλος μου ο Σαντιάγο από την Ισπανία επισκέπτεται την Ολλανδία, οπότε συναντιόμαστε στο Άμστερνταμ για καφέ. Παρακολουθούμε μια συναυλία ενός κοινού γνωστού, πίνουμε ένα ή δύο ποτήρια λευκό ξηρό κρασί και  ξεκινάμε μια ατέρμονη συζήτηση. Λίγες μέρες αργότερα αναφέρω τυχαία σε συζήτηση με τη μητέρα μου το όνομα του φίλου μου . Αυτή άρχισε αμέσως να τραγουδάει:

Σαντιάγο, αίμα στους δρόμους,
Σαντιάγο, αίμα στα εργοστάσια,
Αίμα στα σπίτια και  πάνω στα κατάρτια των πλοίων,
Σαντιάγο, αίμα στους σταθμούς.

Οι γονείς μου συμμετείχαν στην Εβδομάδα Αλληλεγγύης στη Χιλή. Μπορεί να μου το είχαν αναφέρει ξανά στο παρελθόν, αλλά αυτή ήταν η πρώτη φορά που άκουσα την ιστορία μέσα από ένα τραγούδι. Τους ζήτησα να μου πουν περισσότερα για όσα θυμούνταν, και  αναρωτήθηκα –όπως κάνω συχνά– για το τι απέγινε αυτή η μορφή φωνητικής συμμαχίας, που ακούγεται παρά την οποιαδήποτε απόσταση.

Ίσως  οι εικόνες μας αποξενώναν τον έναν από τον άλλον  όλο αυτό το καιρό.

 

 

Αυτή η χρονιά δεν τελείωσε ακόμα. Το παγκόσμιο lockdown δεν μας έκανε να χωριστούμε ο ένας από τον άλλο. Δημιούργησε ένα φυσικό εμπόδιο ανάμεσα σ’ εμάς και  στο άμεσο περιβάλλον μας, αλλά μόνο και  μόνο για να μας φέρει ακόμα πιο κοντά. Για μια στιγμή ενωθήκαμε μέσα από τον ήχο, μέσα από ηλεκτρομαγνητικά κύματα και  μέσα από τον γραπτό λόγο. Οι εικόνες από αλλού είναι αυτό και  μόνο: από αλλού. Δίνουν έμφαση στη διαφορά και  την ιδιαιτερότητά τους, αμφισβητώντας τη σωματοποίηση του εδώ και  τώρα. Οι εικόνες επιβάλλονται. Συναγωνίζονται μεταξύ τους για να κερδίσουν την προσοχή σου. Ωστόσο, ο ήχος ενσωματώνεται πιο εύκολα στην καθημερινότητά μας –– σωματοποιείται με μεγαλύτερη ευκολία, ανεξαρτήτως του πού είμαστε και  τι μπορεί να βλέπουμε μπροστά μας.

Άραγε ήταν οι εικόνες που μας αποξένωναν τον έναν από τον άλλο όλο αυτό το καιρό; Που αποξένωναν τον έναν τόπο από τον άλλον; Ίσως να καταλήξαμε να εξαρτιόμαστε από την άμεση διαθεσιμότητά τους, δείχνοντας εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους να μας πληροφορούν. Ωστόσο, η συμμαχία Βαγδάτης και  Σαντιάγο της δεκαετίας του ’70 δεν απαιτούσε συνεχή ροή εικόνων. Ούτε ζητούσε από τους συντρόφους να ταξιδεύουν διαρκώς για να είναι κοντά ο ένας στον άλλο. Μήπως όλο αυτό το διάστημα ταξιδεύουμε κάνοντας κύκλους γύρω από τον εαυτό μας;

Ώσπου να μπορέσουμε να ξανατραγουδήσουμε μαζί, ας κάνουμε πρόβα ο ένας στα τραγούδια του άλλου. Ίσως να μπορέσουμε να φτιάξουμε καινούργια μαζί, ταυτόχρονα, ή με καθυστέρηση, με τη βοήθεια άλλων ήχων ή απόηχων. Ψιθυρίζοντας ή μουρμουρίζοντάς τα, να ακούγονται οι μελωδίες μέσα από τα ακουστικά και  τα ηχεία μας. Ας μάθουμε απ’ έξω ο ένας τα τραγούδια του άλλου κι ας κάνουμε τα ρεφρέν να ακουστούν ξανά μέσα από το σώμα μας. Σαν εγγαστρίμυθοι, να ενισχύουμε ο ένας τη φωνή και  τις αντιστάσεις του άλλου. Οι φωνές μας δεν ανήκουν μόνο σ’ εμάς. Γίνονται δοχεία για λογαριασμό άλλων. Όταν κάνουμε πρόβα, εκτελούμε κι ερμηνεύουμε ένα τραγούδι, η ατομική μας φωνή γίνεται συλλογική. Όταν μιλάμε, μιλάμε με τη φωνή των πολλών. Έτσι κι αλλιώς, είμαστε ήδη πληθυντικός αριθμός. Ενισχύουμε ο ένας τον άλλον, ό,τι κι αν γίνει.

Μια δυνατή φωνή δεν πεθαίνει.

 

Ευχαριστίες

Το κείμενο Μια δυνατή φωνή δεν πεθαίνει είναι μέρος μιας εν εξελίξει σειράς γραπτών και  ηχητικών δοκιμίων που εξετάζουν πολιτικά τραγούδια, ήχους και  φωνές. Το δοκίμιο αυτό είναι μια ανάθεση της διαδικτυακής επιθεώρησης The Derivative που εκδίδεται από το Beirut Art Center, στο πλαίσιο του τεύχους «ص.د.ى / Reverberations» σε επιμέλεια της Rayya Badran. Τα προηγούμενα έργα αυτής της σειράς είναι το Against Voices (2020), που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Sonic Continuum της επιθεώρησης The ContemporaryJournal, και  το  Lovesong Revolution (2020) που δημοσιεύτηκε ως μέρος του The City Talks Back: Assembly_01. Αυτή η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη μερική υποστήριξη του BAK, basis voor actuele kunstστην Ουτρέχτη, όπου η Shirhan ήταν υπότροφος ερευνήτρια για το έτος 2019-20, του Theatrum Mundi και  της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση στην Αθήνα.

Η συγγραφέας θα ήθελε να ευχαριστήσει τη Reem Shadid και  το Radio Al Hara για την πρόσκληση για ανάπτυξη κι αναμετάδοση τμημάτων της έρευνας, όταν αυτή βρισκόταν σε αρχικό στάδιο (μπορείτε να ακούσετε το επεισόδιο στα αραβικά εδώ). Ιδιαίτερες ευχαριστίες στους Nebal Shamki και  Qassim Alsaedyγια τη συνεχή ροή κριτικών αναφορών, ανείπωτων αφηγήσεων και  καταπιεσμένων ιστοριών.

 

[1] Aziz Ali, Hay Elsana Sana (1958), عزيز علي – هاي السنة سنة, www.youtube.com/watch?v=P4FYA_twYhE

[2] Al-Allawi, Hassan. Aziz Ali: The Satirical Melody. (Βαγδάτη, 1967), σ. 142-144.

عزيز علي اللحن الساخر – حسن العلوي

[3] Holes, Clive. «The Iraqi “monologist”: Aziz Ali (1911-1995)», στο Casini, L., La Spisa P. & Suriano, A.R. (επιμ.) The Languages of Arabic Literature: Un Omaggio A Lidia Bettini, Quaderni di Studi Arabi, N.S. 9, 2014, σ. 229-237.

[4] Al-Hattab, Jawad. «Aziz Ali: Iraqi artist who called for the “Αrab Spring” 70 years ago», στο Al Arabiya, 12 Απριλίου 2013. www.alarabiya.net/ar/culture-and-art/2013/04/12/عزيزعليفنانعراقينادىبـالربيعالعربيقبل-70-عاماً

[5] Tripp, Charles. A History of Iraq. Cambridge University Press (Νέα Υόρκη, 2000), σ. 171.

[6] Makiya, Kanan. Republic of Fear: The Politics of Modern Iraq. University of California Press (Μπέρκλεϊ, 1989), σ. 58-63.

[7] Maeda Nazhat, Ya Umm El Fustan El Ahmar (1961) يا أم الفستان الأحمر – مائدة نزهت., www.youtube.com/watch?v=6ptYCMrs2Js

[8] Nazem Al-Ghazali, Tala Min Beit Abuha (1959) طالعة من بيت أبوها – ناظم الغزالي, www.youtube.com/watch?v=hVBzhvov0w0

[9] Paulo de Carvalho, E Depois do Adeus (1974), www.youtube.com/watch?v=LEoqusKeqxk

[10] «Portugal: The Carnation Revolution», This Week, Thames Television Productions (1974), www.youtube.com/watch?v=36K79SUiRFI

[11] Zeca Afonso, Grândola Vila Morena (1971), www.youtube.com/watch?v=Tx9BZowHxB8

[12] «Η Πορτογαλία ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή δύναμη με αποικία στην Αφρική, μετά την άλωση της Θέουτα το 1415, και πλέον από τις τελευταίες που φεύγει». Βλ. επίσης: www.newworldencyclopedia.org/entry/Portuguese_Colonial_War

[13] Φεμινιστική Πορεία στη Βηρυτό του Λιβάνου–, Tala Min Beit Abuha (Οκτώβριος 2019) طالعة من بيت أبوها –مسيرة نسويه، بيروت, www.facebook.com/watch/?v=2367951440187448

[14] Beekman, Bas. «Voetbalfan mag bij goal “hoera” fluisteren», στην εφημερίδα De Volkskrant, 25 Ιουνίου 2020, www.volkskrant.nl/sport/voetbalfan-mag-bij-goal-hoera-fluisteren-dat-kun-je-niet-verwachten-van-supporters~b2f95e0d/

[15] Sheikh Imam, Guevara is Dead, الشيخ إمام – جيفارا مات, βασισμένο στο ποίημα του Ahmad Fouad Negm (1967) https://www.youtube.com/watch?v=ekPYgAi36C8

[16] Abdul Ameer, Ali. «Jaafar Hassan’s Guitar» στο Elaph, 2 Σεπτεμβρίου 2006. غيتار جعفر حسن .علي عبد الأمير, www.aliabdulameer.com/inp/view.asp?ID=256

[17] Ό.π., μετάφραση της συγγραφέως.